τζανεριά

τζανεριά
η, Ν [τζάνερο]
βοτ. η κορομηλιά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τζανεριά — η η κορομηλιά, το δέντρο «προύμνη» …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κορομηλιά — Μικρό δέντρο, η επιστημονική ονομασία του οποίου είναι Prunus insititia. Είναι γνωστό και με την κοινή ονομασία τζανεριά. Πρόκειται για ακανθώδες φυτό με μεγάλα, οδοντωτά και κατ’ εναλλαγή φύλλα και λευκά άνθη οργανωμένα σε ταξιανθίες. Οι σπόροι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”